Η γεωργική εκτιμητική είναι μια επιστήμη που συνδυάζει τη γεωπονική γνώση και την αγροτική οικονομική έρευνα για την επίτευξη του ακριβέστερου υπολογισμού της αναμενόμενης φυτικής παραγωγής κατά τη λήψη απόφασης για την απόδοση ασφαλιστικής αποζημίωσης λόγω καταστροφής της οφειλόμενης σε φυσικά καταστροφικά αίτια.
Ειδικότερα κατά τη διενέργεια εκτιμήσεων-επανεκτιμήσεων σε ζημιωθέντα αγροτεμάχια τα οποία πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την καταβολή αποζημίωσης σύμφωνα με τον κανονισμό του ΕΛ.Γ.Α. , ο υπολογισμός της αναμενόμενης φυτικής παραγωγής κατά το έτος που συνέβη το ζημιογόνο αίτιο, προϋποθέτει και τη μελέτη τεχνικοοικονομικών δεδομένων επί μιας σειράς ετών, ως συμπληρωματική γνώση για τη συγκεκριμένη φυτική παραγωγή.
Πιο συγκεκριμένα στον τομέα των εκτιμήσεων και επανεκτιμήσεων ο γεωπόνος εκτιμητής –πραγματογνώμονας στηρίζει το πόρισμα εκτίμησής του στα εγχειρίδια εκτιμητικής του ΕΛ.Γ.Α. που αφορούν τόσο στο φυτικό όσο και στο ζωικό κεφάλαιο. Η καταγραφή των ζημιών που υπέστη ένα δηλωθέν αγροτεμάχιο αποτελεί την πρώτη απεικόνιση για τον υπολογισμό του ποσοστού ζημιάς στο φυτικό κεφάλαιο λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων.
Τι συμβαίνει όμως στις περιπτώσεις των επανεκτιμήσεων και αναθεωρήσεων πορισμάτων των ζημιωθέντων αγροτεμαχίων όπου η εναπομείνασα παραγωγή έχει συγκομιστεί και τυχόν αποδεικτικά στοιχεία όπως π.χ. δέντρα-μάρτυρες έχουν αλλοιωθεί;
Στις περιπτώσεις αυτές η μελέτη των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή του φυτικού προϊόντος μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες για τις αναμενόμενες φυτικές αποδόσεις. Επί παραδείγματι η γνώση της ποσότητας καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν από ένα τρακτέρ,(δείκτης εργασιμότητας εδάφους) ,κατά την περίοδο των καλλιεργητικών εργασιών μπορεί να μας οδηγήσει σε πολύτιμα συμπεράσματα που αφορούν στη συνεκτικότητα του εδάφους. Σε εδάφη με υψηλή συνεκτικότητα παρατηρείται αναστολή ανάπτυξης των ριζών, καθώς και μειωμένη διαθεσιμότητα νερού, με αποτέλεσμα την καχεκτική ανάπτυξη των φυτών και κατά επέκταση την εμφάνιση μειωμένων φυτικών αποδόσεων σε σχέση με τα λιγότερα συνεκτικά εδάφη.
Επίσης η ενδελεχής εξέταση της οικονομικότητας ενός κλάδου φυτικής ή ζωικής παραγωγής ως δείκτης επενδυτικής συμπεριφοράς και επιχειρηματικότητας είναι εξίσου ένα σημαντικό κριτήριο για τις επιτυγχανόμενες φυτικές ή ζωικές αποδόσεις, αφού η επιλογή επένδυσης στο κεφάλαιο έδαφος θα πρέπει να συνάδει με ανάλογη εμφάνιση αναμενόμενης φυτικής παραγωγής ως αποτέλεσμα απόδοσης των προσπαθειών και των κόπων του επενδυτή γεωργού στο πέρασμα των ετών.
Όταν οι επενδύσεις στον τομέα της γεωργίας και η διαχείριση των μέσων παραγωγής επί μια σειρά ετών στα υπό εξέταση αγροτεμάχια εμφανίζουν τα επιδιωκόμενα οικονομικά αποτελέσματα ,τότε η καταβολή αποζημιώσεων από τον ΕΛ.Γ.Α. στα ζημιωθέντα αγροτεμάχια από φυσικά καταστροφικά αίτια δεν θα πρέπει να γεννά ερωτηματικά. Αντιθέτως θα πρέπει να αποτελεί μέσο στήριξης για την υγιή γεωργική επιχειρηματικότητα αποδίδοντας, βάση του κανονισμού λειτουργίας του, τα δέοντα.
Ειρήνη Πολύζου
Γεωπόνος-σύμβουλος αγροτικής οικονομίας και ανάπτυξης